Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

«Ανάρτηση για μία. Ή για καμία. Ή για όλους!...»


Στοιχείο της γυναικείας φύσης είν’ η θάλασσα… Ίσως γιατί οι γυναίκες καθοδηγούνται (ή παρασύρονται…) απ’ την καρδιά… Και η καρδιά είναι άστατη… Όπως η θάλασσα…

“Στοιχειό” της θάλασσας είναι μια γυναίκα… Για την ακρίβεια ένα πλάσμα παράξενο: Μισή γυναίκα κι από τη μέση και κάτω με πτερύγιο και ουρά… Δελφινοκόριτσο… Κανείς δεν θυμάται αν ήταν, κάποτε, πριν από χρόνια, σκέτο κορίτσι ή σκέτο δελφινάκι…

Ο θρύλος κι η παράδοση, πάντως, λέει, πως ήταν κάποτε πριγκιποπούλα… Αδελφή, λέει, του Μεγαλέξανδρου… Μα εγώ ψυχανεμίζομαι πως γεννήθηκε και μεγάλωσε σ’ ένα ψαροχώρι… κι η θάλασσα μαγεύτηκε από την ομορφιά της και την καλοσύνη της… και θέλησε να την μαγέψει, με τη σειρά της, να την κάνει δικιά της… μα ποτέ δεν το κατάφερε ολοκληρωτικά…

…Τώρα πια… (…κι αυτό το “τώρα” έχει σημασία…) είναι γοργόνα!...


Και, για να σας πω το μεγάλο μυστικό μου… για να είμαι απόλυτα ειλικρινής μαζί σας… δεν ξέρω αν είναι η θάλασσα αυτή που με μάγεψε και αποφάσισα να γίνω γλάρος, στη ζωή μου, ή είναι που θέλω να είμαι κοντά σ’ αυτό το πλάσμα… να βλέπω ετούτο το κορίτσι… να ξεδιψάω…

Την είχα πρωτοδεί να είναι ξαπλωμένη πάνω στην αμμουδιά, να είναι “έξω απ’ τα νερά της”, όπως λένε…

Την έχω δει πολλές φορές από τότε, να βγαίνει στην ακτή, να τρέχει στην ακρογιαλιά, να παίζει με το κύμα, να μαζεύει κοχύλια, φύκια και ιππόκαμπους και να στολίζει τα μαλλιά της… να μαζεύει πετρούλες… να τους δίνει ονόματα… κι ύστερα να τις μεταμορφώνει, ζωγραφίζοντάς τες, σε πρόσωπα, σε χαρακτήρες…

Την έχω δει να γράφει με το χέρι της στην άμμο:

«Αγάπησα τ….»

ή

«Αγαπώ τ….»

Τις βρίσκουν το πρωί ετούτες τις γραφές οι άνθρωποι της παραλίας, μισοσβησμένες απ’ το κύμα, και προσπαθούν να μαντέψουν ποιο είναι το όνομα που ακολουθεί, ποιος είναι ο ευτυχισμένος, ο μακάριος, που ’χει κερδίσει για πάντα την αγάπη της…



…Κι εγώ, ο γλάρος, που έχω τη δυνατότητα να την παρακολουθώ από ψηλά… εγώ που ξέρω τις συνήθειές της τις αγαπημένες… να βγαίνει, δηλαδή, στην παραλία, είτε με το σούρουπο, οπότε και δακρύζει μόνο που βλέπει τα χρώματα του δειλινού, είτε νωρίς το λυκαυγές, δηλαδή με το ξημέρωμα… εγώ που ξέρω πως είναι, για κάποιον ανεξήγητο ακόμα λόγο ιδιαίτερα δεμένη μ’ ένα αστεράκι που το λένε, ανάλογα, άλλοτε “Αποσπερίτη” κι άλλοτε “Αυγερινό”… εγώ, λοιπόν που, καθώς προείπα, την έχω παρακολουθήσει, ξέρω ποια είναι η συνέχεια της γραφής της:

Αγάπησα…

ή

Αγαπώ…

…τον κόσμο όλο!

…τη ζωή!


…Κι ύστερα δίνει μια βουτιά και χάνεται στη θάλασσα…

Την ξέρουν, την γνωρίζουν, όλοι οι καπεταναίοι, οι ψαράδες, οι θαλασσινοί! Την ξέρουν και την αγαπούν. Και όλοι, κατά βάθος, επιθυμούν το συναπάντημα μαζί της…

Μόνο οι νεώτεροι σαν κάπως να την περιφρονούν… Σα ν’ αδιαφορούν για την ύπαρξή της, για τις σκέψεις της, για τα όνειρά της, για τη διάθεσή της… “Μοντέρνοι μορφωμένοι άνθρωποι είμαστε”, λένε ή σκέφτονται, “σιγά μη δίνουμε πίστη και προσοχή σε μύθους και σε θρύλους… Σε παραμύθια… Σιγά μη φοβηθούμε δα τις διαθέσεις της… Λες και την έχουμε ανάγκη, στο ελάχιστο, μ’ ετούτα τα αβύθιστα πλοία, με τα σκαριά που κυβερνάμε…”

Γι’ αυτό δε δίνουν προσοχή, δε δείχνουν το κατάλληλο, το ανάλογο ενδιαφέρον: “Παραμύθια!” σου λένε… Γιατί κοιτάζουν μόνο τα ραντάρ τους τα υπερσύγχρονα… κι εκείνα “δεν την πιάνουν”

Μα αν στέκονταν, όπως οι παλιοί θαλασσινοί, στη “βίγλα” [;] της γέφυρας του πλοίου, κι αν βύθιζαν το βλέμμα τους, μ’ όλη τη δύναμη, της καρδιάς τους πρώτα, στη θάλασσα, θα την αντίκριζαν κι αυτοί, το δίχως άλλο!... Κι αν έστηναν αυτί προσεχτικό, θα άκουγαν και το τραγούδι της, τραγούδι όχι “σειρηνικό” που μπορεί να οδηγήσει στην καταστροφή, μα νοσταλγικό κι ελπιδοφόρο, αγαπητικό κι αγαπημένο…


Οι καπεταναίοι κι οι θαλασσοπόροι οι παλαιότεροι διηγούνται, βέβαια, και κάτι άλλο ακόμη. Αυτό για το οποίο είναι γνωστή η γοργόνα ετούτη. Πως τους ρωτάει, λένε, καμιά φορά, ανάλογα με τη διάθεσή της, όταν δηλαδή έχει τη διάθεση να παίξει ετούτο το παιχνίδι: “Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;” Και πως, ανάλογα με την απάντηση, είτε αφήνει το πλοίο, ήρεμη, να συνεχίσει την πορεία του, όταν η απάντηση είναι καταφατική, είτε ταράζει τη θάλασσα κι αυτή η θαλασσοταραχή βουλιάζει το καράβι, όταν η απάντηση είναι αρνητική…


Μα εγώ που βλέπω από ψηλά… που διάβασα… που σκέφτηκα… που συλλογίστηκα… εγώ που είδα και που οίδα… “πολλών ανθρώπων άστεα”… μα και την ίδια…

…τώρα θα σας το αποκαλύψω το μεγάλο τούτο μυστικό…

…τώρα θα σας ερμηνεύσω ετούτο εδώ τον μύθο…

…που, όπως κάθε άλλος μύθος, είναι συμβολικός…

…και κρύβει μια μεγάλη αλήθεια…

…ή, ίσως σωστότερα, πολλές μεγάλες αλήθειες…

…σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα…

…διότι έχει “πολλές αναγνώσεις” κάθε μύθος!...

…κι ανάλογα με τη σοφία και την ικανότητά μας, ανάλογα με τη μόρφωσή μας, του καθενός, και την πνευματικότητά μας, μπορούμε να κατανοήσουμε, ανάλογα...


Μια – δυό, λοιπόν, από τις τόσες ερμηνείες, θα σας δώσω παρακάτω…


Η πρώτη:

Θαλασσινοί, καπεταναίοι, καραβοκύρηδες είμαστε όλοι εμείς! Ο κάθε άνθρωπος χωριστά… Στο σκάφος της ύπαρξής του, της ζωής του… Στο μεγάλο ταξίδι, το ξεχωριστό, του καθενός μας, το μοναχικό, στη θάλασσα… Με μπουνάτσες, με μποφόρια, με γαλήνη και με φουρτούνες… Έτσι όπως κάθε ζωή!...

…Υπάρχουν στιγμές… είτε συχνά, είτε σπάνια… ανάλογα με τον χαρακτήρα τους καθενός μας, ανάλογα και με τις συνήθειές του… που βλέπει ο καθένας… που συναντά… βαθειά απ’ τη συνείδησή του ν’ αναδύεται η προσωπική τους καθενός μας η γοργόνα… κι ακούει τη φωνή της… τη φωνή της συνείδησής του (δηλαδή… τη δική της φωνή…) να τον ρωτά:

“Ζει και βασιλεύει, ακόμα, η αγάπη σου για τη ζωή; Ζει και βασιλεύει το όνειρό σου; Ζει και βασιλεύει ο σκοπός της ζωής σου, μέσα σου; Ζει και βασιλεύει η αγάπη σου για τους ανθρώπους;”….

Κι εσύ… και ο καθένας μας… καλείται να δώσει την απάντησή του… Κι απ’ την απάντηση εξαρτάται η συνέχεια… Διότι αν απαντήσεις καταφατικά, μπορείς και συνεχίζεις την πορεία… Αν, όμως, δώσεις αρνητική απάντηση, είσαι εσύ που δεν έχεις (πια) τη δύναμη, την ικανότητα, την εσωτερική γαλήνη, ν’ αντιμετωπίσεις την όποια δυσκολία, να χειριστείς το πηδάλιο… και, έτσι, αναπότρεπτα βουλιάζεις… Από δικό σου φταίξιμο κι ευθύνη… Και όχι διότι φταίει σ’ ετούτο η γοργόνα…


Προσωπικά έχω και μια δική μου, δεύτερη ερμηνεία, για τον μύθο:

Από καιρού εις καιρό, νιώθει την ανάγκη η γοργόνα, όπως και κάθε άνθρωπος άλλωστε, να μάθει απ’ το ταίρι του:

“Μ’ αγαπάς;… Ζει και βασιλεύει, ακόμα, η αγάπη σου για μένα;…”

“Ζει, αγάπη μου! Ζει και βασιλεύει!... Σ’ αγαπώ ακόμα… Όσο τίποτα και κανέναν… Κι αγαπώ όλο τον κόσμο, γιατί ζεις σ’ αυτόν κι εσύ!...”

Κι αυτό δεν είναι παραμύθι!....

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Σ`αγαπω...

Ανώνυμος είπε...

Μου ταιριάζει η ερμηνεία σου για το μύθο της γοργόνας... με μια ένσταση στην αρχή περί της καρδιάς. Πιστεύω ότι η καρδιά δεν είναι άστατη. Είναι ή μόνη γνωρίζουσα, η μόνη ψύχραιμη, η μόνη διάφανη και σταθερή. Η ...επέλαση των συναισθημάτων και του μυαλού είναι που κρύβουν την ακεραιότητά της....
Καλή σου μέρα!!

fractal είπε...

Καλή μέρα. Σου αφήνω δύο προσκλήσεις. Η μία για το θέατρο ΒΕΑΚΗ Στουρνάρη 32, στην παράσταση " Ο ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΣ ΔΡΑΚΟΣ" και η δεύτερη στο blog: fractalx.blogspot.com
στο κείμενο αριστερά. "Από που έρχονται τα κύμματα"

Roadartist είπε...

Τι όμορφο κείμενο βρε Στέφανε! Μπράβο.. Πάρα πολύ μου άρεσε..

Seagull είπε...

@Roadartist:
Σ'ευχαριστώ, Καλλιτέχνιδα!
Δεν σου κρύβω πως περίμενα με αγωνία το σχόλιό σου και ότι η... αργοπορία σου με "είχε ανησυχήσει"!....
Καλό Π-Σ-Κ!